- Στύγνη
- Στύγνηfem nom/voc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
στυγνῇ — στυγνάζω to have a gloomy fut ind mid 2nd sg (doric) στυγνάζω to have a gloomy fut ind act 3rd sg (doric) στυγνός hated fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
στυγνή — στυγνός hated fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Στυγνῶν — Στύγνη fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Στύγν' — Στύγναι , Στύγνη fem nom/voc pl Στύγνᾱͅ , Στύγνη fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Stygne — STYGNE, es, Gr. Στύγνη, ης, (⇒ Tab. XVIII.) eine von den funfzig Töchtern des Danaus, welche den Polyktor zum Bräutigame bekam. Apollod. l. II. c. 1. §. 5. Sieh Danaides … Gründliches mythologisches Lexikon
διαστυγνάζω — (Α) [στυγνάζω] έχω στυγνή, σκυθρωπή όψη … Dictionary of Greek
καταστυγνάζω — (AM) [κατάστυγνος] μσν. καταφέρομαι παραπονούμενος εναντίον κάποιου αρχ. (σχόλ.) έχω όψη στυγνή, μελαγχολική, είμαι κατηφής, λυπημένος … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Κοινωνία και Οικονομία (Αρχαιότητα) — ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΑΡΧΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Η οικονομία στην Aρχαϊκή περίοδο Στον τομέα της οικονομίας, στην Aρχαϊκή περίοδο, σημειώθηκε μια σημαντική πρόοδος σε σχέση με τη Γεωμετρική περίοδο. Κατά τη διάρκεια της Γεωμετρικής… … Dictionary of Greek
Ίντι Αμίν Νταντά — (Idi Amin Dada, Κομπόκο 1925 –). Στρατάρχης, δικτάτορας της Ουγκάντα (1971 79). Γεννήθηκε από μουσουλμάνους γονείς, οι οποίοι ήταν μέλη της μικρής φυλής Κάκουα. Μετά τη βασική εκπαίδευση, ο Ί. κατετάγη στον βρετανικό αποικιακό στρατό το 1946.… … Dictionary of Greek